ο τετραετές επετειακό πρόγραμμα του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση του 1821 άρχισε να εκτυλίσσεται από το 2018, είναι πολύπλευρο και περιλαμβάνει μια σειρά από εκθέσεις, εκδηλώσεις και εκδόσεις.
Το επετειακό αυτό ταξίδι ολοκληρώνεται το 2021 με το τρίπτυχο «ΕΠΑΝΑCYΣΤΑΣΗ ’21». Το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο επανασυστήνει στο κοινό τα πολύτιμα κειμήλια που φυλάσσει, προσεγγίζοντας μέσα από ένα σύγχρονο πρίσμα την περιπέτεια του Ελληνισμού στους πέντε αιώνες υπό οθωμανική κυριαρχία και τις δικλείδες μέσα από τις οποίες επεβίωσε και πέτυχε την ελευθερία του. Ο στόχος είναι να αναδυθεί μια ολοκληρωμένη αφήγηση, που μπορεί να αποτελέσει εφαλτήριο αυτοσυνειδησίας των Ελλήνων.
«Στο τέλος του φθινοπώρου του 2018 επισκέφθηκαν το Μουσείο μας οι καλλιτέχνες Βαγγέλης Κύρης και Ανατόλι Γεωργίεφ, για να μας παρουσιάσουν δείγματα από μια σειρά αντιπροσωπευτικών πορτρέτων από τη συλλογή τους και να μας προτείνουν να εκθέσουν στο Μουσείο» λέει η διευθύντρια του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου, Μαρία Παπαναστασίου. «Τους δέχθηκε η μέχρι τον Δεκέμβριο του 2020 διευθύντρια Ευθυμία Παπασπύρου, η οποία με κάλεσε να συζητήσουμε το θέμα. Όταν είδαμε τη δουλειά τους ενθουσιαστήκαμε και επειδή πέρα από αυτή, μας ενέπνευσε εμπιστοσύνη ο σεβασμός και η αξιοπρέπειά τους, κάναμε το βήμα.
Τους είπαμε, αντί να παρουσιάσουν αυτά τα πορτρέτα (από διάφορες εθνότητες της υφηλίου), που δεν είχαν να κάνουν με την ελληνική ιστορία, να τους δείξουμε κάτι δικό μας αντίστοιχο και τους συνοδεύσαμε στις δύο αίθουσες της Λαογραφικής μας Συλλογής. Εκεί έγινε η... αποκάλυψη. Οι καλλιτέχνες έμειναν άναυδοι. Μας εξομολογήθηκαν ότι δεν ήξεραν ότι υπάρχει κάπου αυτός ο θησαυρός. "Τύχη αγαθή", βγαίνοντας από τις αίθουσες, συναντήσαμε στον διάδρομο τον τότε γενικό μας γραμματέα και "αιώνιο έφηβο", αείμνηστο Ιωάννη Μαζαράκη-Αινιάνα. Του συστήσαμε τους καλλιτέχνες, του μιλήσαμε με ενθουσιασμό για την ιδέα μας και "έκλεισε η συμφωνία". Το πρότζεκτ ξεκίνησε.
Οι φορεσιές, που έχει να τις πιάσει ανθρώπινο χέρι εδώ και δεκαετίες, φορέθηκαν από ανθρώπους σημερινούς κι εμείς νιώσαμε ότι κάναμε μια δουλειά που δεν είναι περιοδική αλλά μόνιμη και ένας μέρος της αφήγησης του μουσείου, και αυτό αποτυπώθηκε ακόμα και στα μαλλιά ή τα χτενίσματά τους
Οι πλέον αντιπροσωπευτικές ενδυμασίες της Λαογραφικής μας Συλλογής θα ζωντάνευαν σε πορτρέτα από τους καλλιτέχνες της φωτογραφίας Βαγγέλη Κύρη και της κεντητικής Ανατόλι Γεωργίεφ, με την πολύ ιδιαίτερη τεχνική την οποία εκείνοι εφαρμόζουν.
Το πρακτικό μέρος για την υλοποίηση της συνεργασίας μπήκε αμέσως σε εφαρμογή. Καλέσαμε την υπεύθυνη επιμελήτρια της Λαογραφικής Συλλογής Αγγέλα Βιδάλη και τον αρχιφύλακα Νίκο Τζομάκα και επιτόπου διευθετήθηκε το πρόγραμμα των φωτογραφίσεων. Αποφασίστηκε, κάποια μέρα της εβδομάδας μετά το κλείσιμο του μουσείου, μέσα σε χώρο του, που εκείνες τις ώρες μετατρεπόταν σε στούντιο, να δίνεται το υλικό για φωτογράφιση με όλη την πρέπουσα προσοχή και την εποπτεία της Αγγέλας Βιδάλη και της συνεργάτιδάς της, επιμελήτριας Κωνσταντίνας Καλαϊντζή.
Ο Βαγγέλης Κύρης μας διαβεβαίωσε ότι τα μοντέλα που θα φορούσαν τις ενδυμασίες θα ήταν άτομα με ευθύνη της "αποστολής" τους. Πράγματι, και οι γυναίκες και οι άνδρες που συμμετείχαν στη φωτογράφιση ήταν σοβαροί επαγγελματίες και επέδειξαν τον δέοντα σεβασμό στον χώρο. Ο ενθουσιασμός όλων που συμμετείχαν στο εγχείρημα, εναρμονισμένος με το πρακτικό πνεύμα, έφερνε γρήγορα και υπέροχα αποτελέσματα.
Στις πρώτες φωτογραφίες που μας έδειξε ο Βαγγέλης Κύρης αποτυπωνόταν στην ενδυμασία η ανθρώπινη ψυχή (κατόρθωμα του καλλιτέχνη φωτογράφου). Στον σχολιασμό αυτής της επισήμανσης, η τότε διευθύντριά μας εμπνεύστηκε τη φράση "Ένδυμα Ψυχής", που υιοθετήθηκε από όλους μας ως τίτλος της έκθεσης. Η υλοποίηση του εγχειρήματος ξεκίνησε χωρίς χρονικά όρια και έγινε το απίστευτο.
Μέσα σε έναν χρόνο, το 2019, προέκυψαν γύρω στα 120 φωτογραφικά πορτρέτα».
Στο σπίτι και εργαστήριο των ιδεών του Βαγγέλη Κύρη, ο Ανατόλι Γεωργίεφ είναι σκυμμένος πάνω σε ένα λεπτεπίλεπτο κέντημα, όπου είναι απλωμένο το αποτέλεσμα μιας πρωτότυπης, πολύ επίπονης, λεπτομερούς και ευφάνταστης δουλειάς, που είναι η φωτογράφιση ιστορικών ενδυμάτων από το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο με το κέντημα ανάγλυφο επάνω στον καμβά της φωτογραφίας. Ο Βαγγέλης μού εξηγεί πόσο αυτή η δουλειά τού έχει δώσει τη χαρά και την ανδρελανίνη ενός εικοσάχρονου.
Για εκείνον αυτό το έργο σηματοδοτεί και κάτι κομβικό στην καριέρα του. Ένας πολύ επιτυχημένος φωτογράφος μόδας έφυγε από τα περιοδικά και ξεκίνησε εκ νέου με κάτι πιο δημιουργικό, με την εμπειρία και όλα τα εργαλεία της πολύχρονης δουλειάς του να μετουσιώνονται σε πίνακες φωτογραφικούς, που αποκτούν και μια τρίτη διάσταση με μια κεντημένη ανάγλυφη επιφάνεια.
Όπως λέει ο ίδιος, το πρότζεκτ αυτό είναι δημιουργικό και συν-δημιουργικό, αφού έπρεπε να συνεργάζονται στενά και ισότιμα με τον Ανατόλι, σε μια δουλειά που ο καθένας έπρεπε να ερευνήσει με τον τρόπο του, πολύ προσεκτικά, σχολαστικά, το δικό του πεδίο και να προχωρεί βήμα-βήμα.
Αυτή η συνεργασία χτίστηκε από το μηδέν με συναντίληψη και κοινό γούστο, αγάπη για το υψηλό και ωραίο, για τη λεπτομέρεια που δεν φαίνεται με γυμνό μάτι, αυτό που φιλοτεχνεί ο Ανατόλι και δίνει μια διάσταση στα επίπεδα μιας φωτογραφίας με τον πιο εκλεπτυσμένο τρόπο και ολοκληρώνει ένα φωτογραφικό έργο με το δικό του βάθος δημιουργώντας μια πρωτότυπη εργασία.
Ο Βαγγέλης Κύρης άρχισε να πειραματίζεται και να τυπώνει σε υφάσματα τις φωτογραφίες του πριν από μερικά χρόνια. Ο Ανατόλι είχε την ιδέα να κεντά τις λεπτομέρειες και το κέντημα-κόσμημα αρχικά σε μαξιλάρια, μετέπειτα σε τελάρα. Ταξίδεψε σε εκθέσεις με επιμελήτρια τη συνοδοιπόρο τους και στην έκθεση του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου, Έρρικα Βασιλείου, η οποία υιοθέτησε και αγάπησε τη δουλειά με την πρώτη ματιά.
Ψάχνοντας να βρουν χώρο για μια επόμενη έκθεση, ο Βαγγέλης Κύρης επισκέφθηκε το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο για να δει το περιστύλιό του και περνώντας ανάμεσα στις προθήκες του μαγεύτηκε από τις φορεσιές. Η ιδέα του ήταν παράτολμη σχεδόν, να φωτογραφηθούν και να κεντηθούν τα απίθανα αυτά ρούχα. Είναι αυτά που σήμερα αποτελούν το περιεχόμενο της έκδοσης του μουσείου «Ένδυμα Ψυχής», την οποία ανέλαβε η Βίκυ Καρέλια που πίστεψε στο εγχείρημα από την πρώτη στιγμή, όπως και η πρώην διευθύντρια του μουσείου, κ. Ευθυμία Παπασπύρου, όπως και η τωρινή, κ. Παπαναστασίου, το διοικητικό συμβούλιο και όλοι οι εργαζόμενοι του μουσείου.
«Μας έδωσαν το πράσινο φως και ξεκίνησε αυτή η τεράστια δουλειά που διήρκεσε από το 2018 κι ολοκληρώθηκε με αυτή την έκδοση και μια έκθεση που δεν έχει ανοίξει λόγω των μέτρων κατά του κορωνοϊού.
Οι φορεσιές δεν μπορούσαν φυσικά να βγουν από το μουσείο, οπότε μέσα στον χώρο του, σε συνεργασία με το ενδυματολογικό τμήμα, βγήκαν 128 φορεσιές σε μια φωτογράφιση που δεν είναι αναπαράσταση της εποχής, αλλά μια σύνθεση των προσώπων του σήμερα με τα ιστορικά αυτά ενδύματα, τυπωμένα σε μεγάλο μέγεθος σε καμβάδες που είναι κεντημένοι στο χέρι.
Οι φορεσιές, που έχει να τις πιάσει ανθρώπινο χέρι εδώ και δεκαετίες, φορέθηκαν από ανθρώπους σημερινούς κι εμείς νιώσαμε ότι κάναμε μια δουλειά που δεν είναι περιοδική αλλά μόνιμη και ένας μέρος της αφήγησης του μουσείου, και αυτό αποτυπώθηκε ακόμα και στα μαλλιά ή τα χτενίσματά τους, που έκανε η Βανέσσα Κουτσποδιώτου», λέει ο Βαγγέλης Κύρης.
«Εγώ δεν ήθελα να φωτογραφίσω τους ανθρώπους να φορούν τα ρούχα αυτά και να γελούν, σαν να τα φοράνε τις Απόκριες. Ήθελα να τα φέρω στην εποχή μας και να συνδέσω δυο περιόδους, τη σύγχρονη και εκείνη δυο αιώνες πίσω, με ένα ύφος χωρίς σοβαροφάνεια με την ατμόσφαιρα που έχουν τα αναγεννησιακά πορτρέτα, με τα ενδύματα σε πρώτο πλάνο.
Υπάρχουν φορεσιές και ενδυμασίες που δεν έχουν πάρει ποτέ τη δημοσιότητα που αξίζουν και μας δείχνουν την καταπληκτική χειροτεχνία, την αίσθηση των χρωμάτων, τον πλούτο της ελληνικής τοπικής παράδοσης, που είναι η δική μας αναγέννηση, γι' αυτό και είναι τα υφάσματα, τα κεντήματα, τα κοσμήματα, αυτά τα υψηλής ραπτικής χειροποίητα ρούχα σε πρώτο πλάνο, όχι τα πρόσωπα. Είναι μεγαλειώδη ενδύματα, που φέρνουν με αυτό τον τρόπο τη μοναδική τους ιστορία στο σήμερα. Γι' αυτό και το κέντημα σβήνει πάνω στα ρούχα σαν φωτοσκίαση, ακολουθεί τη γραμμή του ενδύματος με σεβασμό, όπως έπρεπε να το κάνουμε σε τόσο πολύτιμο υλικό που πιάσαμε στα χέρια μας».
Η συλλογή η οποία παρουσιάζεται με έναν ιδιαίτερο και πρωτότυπο τρόπο στην έκθεση «Ένδυμα ψυχής», έχει ως πηγή έμπνευσης το ενδυματολογικό τμήμα της Λαογραφικής Συλλογής του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου. Στο τμήμα αυτό διασώθηκαν, φυλάσσονται, συντηρούνται και παρουσιάζονται τόσο στο ευρύτερο κοινό όσο και στους καθ’ ύλην ερευνητές, μοναδικές παραδοσιακές ενδυμασίες (κυρίως γιορτινές, καθώς φοριούνταν σε επίσημες περιστάσεις), από όλες τις περιοχές του Ελληνισμού. Δίνουν την πολυποίκιλη ενδυματολογική εικόνα των ελληνικών ενδυμασιών από τον 18ο μέχρι και τον 19ο αιώνα.
Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται και ενδυμασίες επωνύμων ιστορικών προσώπων (αγωνιστών όπως οι Δημήτριος Γουδής, Γενναίος Κολοκοτρώνης, Βάσσος Μαυροβουνιώτης, Δημήτριος Μαυρομιχάλης, πολιτικών όπως οι Δημήτριος Βούλγαρης, Ιωάννης Γεννάδιος, ο βασιλιάς Όθωνας, κυριών από επιφανείς οικογένειες όπως οι Κυριακούλα Κριεζή, Κονδύλω Μιαούλη, Μαρία Μοναρχίδου, Κυρά Φροσύνη, Φωτεινή Γενναίου Κολοκοτρώνη, κυριών της Αυλής της βασίλισσας Αμαλίας, όπως οι Φωτεινή Μαυρομιχάλη, Μαρία Δηλιγιάννη, Φλωρούλα Δυοβουνιώτη, Ρόζα Μπότσαρη, Ρουσσώ Χουρμούζη, Βιλελμίνη Ράινεκ, και της βασίλισσας Όλγας όπως Ευφροσύνη Κορομηλά, Αγγελική Μωραϊτίνη, Μαρία Γαρδικιώτη-Γρίβα).
Για την παλαιότητά τους ξεχωρίζουν οι γυναικείες φορεσιές της Αμοργού, της Ίου και της Λήμνου. Αξίζει να σημειωθεί ότι το πρώτο αντικείμενο που καταγράφεται στον Κατάλογο Εισαγωγής του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου, ο οποίος τηρείται ανελλιπώς από την ίδρυσή του το 1884, είναι η φορεσιά της Ψαριανής, από την εποχή της Επανάστασης του 1821, δωρεά του ζωγράφου Νικηφόρου Λύτρα, γεγονός που μας παραπέμπει στο ενδιαφέρον του πνευματικού και καλλιτεχνικού κόσμου για το έργο της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος (ΙΕΕΕ). Η Συλλογή εμπλουτίζεται διαρκώς με δωρεές και αγορές.
«Αυτή η φωτογράφηση, με την πνοή των δύο καλλιτεχνών και τη σωστή στάση και έκφραση των μοντέλων, είχε ως αποτέλεσμα μια νέα οπτική στις ελληνικές παραδοσιακές ενδυμασίες, που τις βλέπουμε πια φορεμένες να αναδεικνύουν την αισθητική, την οικονομική κατάσταση (επιλογή υφάσματος), τις κλιματολογικές συνθήκες, αλλά και τη διάσωση διαχρονικά της παράδοσης, μέσα από την επιλογή σχεδίων και κεντημένων συμβόλων» λέει κ. Παπαναστασίου.
«Για να ολοκληρωθεί αυτό το ιδιαίτερα απαιτητικό και επίπονο εγχείρημα, στις διάφορες φάσεις του που απαιτήθηκαν, εργάστηκε με ζήλο το προσωπικό φύλαξης και καθαριότητας του μουσείου και το μεγαλύτερο βάρος της ευθύνης έπεσε στις δύο επιμελήτριες της Λαογραφικής Συλλογής, Αγγέλα Βιδάλη και Κωνσταντίνα Καλαϊντζή. Σύμφωνα με το επετειακό μας πρόγραμμα, η έκθεση είχε προγραμματιστεί να παρουσιαστεί στο μουσείο τους μήνες Ιούνιο και Ιούλιο του 2020 και τους δύο επόμενους στην Ιστορική Οικία Λαζάρου Κουντουριώτη, παράρτημα του ΕΙΜ στην Ύδρα. Λόγω Covid-19 έχει αναβληθεί και αναμένεται να παρουσιαστεί στο μέλλον.
Ευτυχώς υπήρξε η ιδέα αυτό το έργο να παρουσιαστεί και σε ομότιτλο με την έκθεση λεύκωμα. Το Ίδρυμα Γεωργίου και Βικτωρίας Καρέλια ανέλαβε να χρηματοδοτήσει την ΙΕΕΕ, για την πολυτελή έκδοση αυτού του λευκώματος. Ίσως τον επόμενο μήνα έχουμε τη χαρά να το κρατήσουμε στα χέρια μας. Θα είναι μια πρόγευση της έκθεσης, αλλά και ένα έργο που θα υπερβαίνει την επικαιρικότητά της».
Για το 2021 η διευθύντρια του τόσο αγαπητού στον κόσμο μουσείου, προτείνει στο κοινό να εντρυφήσει στην έκθεση «ΕΠΑΝΑCYΣΤΑΣΗ ’21», την εμβληματική έκθεση του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου στο πλαίσιο του τετραετούς επετειακού του προγράμματος.
Σχεδιασμένη με ευελιξία και καινοτομία, παρουσιάζει τη σύγχρονη ματιά για την Επανάσταση, φωτίζοντας τα αυθεντικά κειμήλια με νέα ερμηνευτικά μέσα (διαδραστικά εκθέματα, οπτικοακουστικά μέσα, ψηφιακές παραγωγές κ.ά.), προκειμένου να «αγγίξει» το σημερινό κοινό, κυρίως το νεανικό. Η έκθεση είναι έτοιμη και σας περιμένει.
«Το μουσείο είναι έτσι σχεδιασμένο ώστε ξεκινώντας από την πρώτη αίθουσα και τελειώνοντας, να έχεις «διαβάσει» τη νεοελληνική ιστορία» λέει η Μαρία Παπαναστασίου.